- ουρικοτελικός
- -ή, -ό(συν. το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ουρικοτελικάζωολ. τα ζώα που απεκκρίνουν τα αζωτούχα κατάλοιπα τού μεταβολισμού τους κυρίως με τη μορφή ουρικού οξέος και αλάτων, κατηγορία στην οποία ανήκουν κυρίως τα ερπετά και τα πτηνά.
Dictionary of Greek. 2013.